Δε θα τελειώσει;
Μια μέρα -φίλοι μου καλοί-
ένα σταχτύ σύννεφο άφησε τον ουρανό του
κι έπεσε στην κάμαρά μου. 
Και τότε... όλα... έχασαν το χρώμα τους. 
Η Θλίψη έγινε σταχτιά. 
Σταχτιά κι η χαρά. 
Σταχτύς κι ο Έρωτας. 
Και σταχτύς -αλίμονο- κι ο Θάνατος.
Ώ Σειρήνα, εσύ...
εσύ που τά έβαψες όλα. 
Που τα άλλαξες όλα, 
γιατί δεν άφηνες το Θάνατο
-τουλάχιστον αυτόν-
να με πάρει με το αληθινό του χρώμα;

